
photo: www.dawn.com
Ένα από τα πιό μεγάλα ζητήματα που περιπλέκουν τη λύση του Κυπριακού, αφορά στην Τουρκία και τις διαφορετικές αντιλήψεις και σχέσεις που έχουν με αυτήν οι δύο μεγάλες κοινότητες. Για την Ελληνοκυπριακή πλευρά η Τουρκία είναι ο μεγάλος αντίπαλος, η ρίζα του προβλήματος, ή ακόμα, για πολλούς, ο “προαιώνιος εχθρός”. Για την Τουρκοκυπριακή πλευρά, η Τουρκία είναι ο μόνος έμπιστος σύμμαχος, που συμπαραστάθηκε διαχρονικά στους ΤΚ και τους βοήθησε να επιβιώσουν όταν όλοι οι άλλοι τους είχαν εγκαταλείψει.
Εθνικές και πολιτικές ταυτότητες
Πώς είναι δυνατόν να γεφυρωθούν αυτές οι διαμετρικά αντίθετες απόψεις ή στάσεις;
Θα μπορούσαν μόνο αν κάναμε μια ουσιαστική διάκριση μεταξύ εθνικής και πολιτικής ταυτότητας. Γίνεται έτσι κατανοητό πως οι ΤΚ μπορούν να διατηρούν την εθνική διάσταση της ταυτότητας τους, χωρίς να ταυτίζονται με τα όσα εκπροσωπεί σήμερα η Τουρκία του Ερντογάν. Μάλιστα φαίνεται πως την περίοδο αυτή, η συγκεκριμένη διάκριση έχει εμπεδωθεί μεταξύ των περισσότερων ΤΚ - γεγονός που δημιουργεί μια ακτίδα ελπίδας όσον αφορά στις δυνατότητες μιας λύσης.
Από την πλευρά των ΕΚ ένα από τα προβλήματα είναι πως η ιστορική αντιπαλότητα μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας μας έχει κάνει να τη θεωρούμε την πρώτη ως ένα αμετάβλητο “εχθρό”. Όμως η προσκόλληση στην εικόνα του άλλου ως μόνιμου “εχθρού” κινδυνεύει να εξισωθεί με μια ουσιοκρατική αντίληψη της πραγματικότητας, σύμφωνα με την οποία τα πράγματα έχουν σταθερές ή μόνιμες ιδιότητες πράγμα που τα κάνει να μην αλλάζουν ποτέ. Παραδοχή που οδηγεί στην παράλυση και την παραίτηση, αφού σύμφωνα με αυτήν τίποτα δεν μπορούμε να πετύχουμε με τις ενέργειες μας.
Η άποψη αυτή είναι βέβαια λανθασμένη - τίποτα στην κοινωνική ζωή δεν παραμένει το ίδιο. Δεν υπάρχουν μόνιμες ουσίες των κοινωνικών πραγματικοτήτων, ούτε και μόνιμοι εχθροί. Μπορεί, βέβαια να υπάρχουν εθνικοί “άλλοι” που να αποτελούν απειλή για τη συλλογική μας ύπαρξη - όπως η Τουρκία, τη δεδομένη αυτή ιστορική στιγμή. Όχι όμως επειδή αποτελεί τον αμετάβλητο “εθνικό άλλο”, αλλά λόγω της πορείας που έχει επιλέξει και συνακόλουθα της πολιτικής ταυτότητας που έχει διαπλάσει. Αυτός ο διαχωρισμός είναι πολύ σημαντικός, γιατί μας επιτρέπει να ξεχωρίσουμε την εθνική μας ταυτότητα απο τις πολιτικές μας τοποθετήσεις και ταυτίσεις. Αυτός ο διαχωρισμός είναι που επέτρεψε σε κάποιους Ελληνοκύπριους μετά το 1967 να συνεχίσουν να ταυτίζονται με την Ελλάδα, αλλά ταυτόχρονα να αγωνίζονται ενάντια στην χούντα (ενώ άλλοι που δεν μπορούσαν να διαχωρίσουν τα δύο, κατέληξαν χειροκροτητές της χούντας). Επέτρεψε στους Γερμανούς και τους Γάλλους, εχθρούς για εκατονταετίες, να είναι σήμερα στενοί συνεργάτες. Με τον ίδιο τρόπο μπορούν και οι ΤΚ, σήμερα, να διατηρούν την εθνική τους ταυτότητα, αλλά να κρατούν αποστάσεις από τις πολιτικές της Τουρκίας.
Συλλογικές ταυτότητες και συνύπαρξη
Συνοψίζοντας, δεν χρειάζεται να εγκαταλείψουμε τις συλλογικές μας ταυτότητες για να συνυπάρξουμε. Η συνύπαρξη μας θα εξαρτηθεί από τα κατά πόσον μπορούμε να μοιραστούμε μια κοινή πολιτική ταυτότητα με τους ΤΚ, και από το αν αυτό το είδος ταυτότητας αποτελεί σημαντική διάσταση του ποιοί είμαστε. Αν έχει γίνει απαραίτητο για εμάς να ζούμε σε δημοκρατικές πολιτείες, που σέβονται τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των πολιτών, που καλλιεργούν την αποδοχή της διαφορετικότητας των ατόμων και που παραμένουν προσηλωμένοι στην επιδίωξη της επίλυσης των διαφορών τους με ειρηνικό τρόπο. Σε όλα αυτά φαίνεται να έχουμε ήδη πολλά κοινά οι δύο κοινότητες. Αυτά είναι που μας ενώνουν μεταξύ μας και που ταυτόχρονα μας χωρίζουν απο την Τουρκία.
Η Τουρκία αποτελεί απειλή για εμάς, ΕΚ και ΤΚ, επειδή έχει απομακρυνθεί από τα όσα εκπροσωπούν οι δημοκρατικές, ελεύθερες κοινωνίες με τις οποίες ταυτιζόμαστε. Έχει καταλήξει στον αυταρχισμό, εγκαταλείποντας τις προσπάθειες εκδημοκρατισμού και υποσκάπτοντας τα πολιτικά δικαιώματα και τις ελευθερίες των πολιτών της. Και σε αυτά νοιώθουμε το ίδιο με τους ΤΚ, γιατί και εκείνοι φαίνεται να ασπάζονται τις ίδιες αξίες, που έχουν γίνει μέρος της συλλογικής τους ταυτότητας. Το γεγονός ότι η Τουρκία αποτελεί μια κοινή απειλή και για τις δύο κοινότητες - μπορεί να αποτελέσει τη βάση της ενότητας μας.

photo: businessinsider.com
Η συμβίωση διαφορετικών οντοτήτων
Μια από τις πιό σημαντικές θεωρίες για τις προϋποθέσεις επίτευξης μιας ομοσπονδιακής διευθέτησης, υποστηρίζει πως υπάρχουν δύο απαραίτητες τέτοιες προϋποθέσεις για μια επιτυχή τέτοια ένωση. Ας υποθέσουμε ότι υπάρχουν δύο μόνο εμπλεκόμενες πλευρές, που προσπαθούν να διαπραγματευθούν - η Ελληνοκυπριακή και η Τουρκοκυπριακή. Ας υποθέσουμε επίσης, ότι η ΕΚ πλευρά είναι αυτή που επιζητεί την λύση πιό πολύ και που επιθυμεί να πείσει την ΤΚ πλευρά να την αποδεκτεί. Τι χρειάζεται για την επιτυχία των διαπραγματεύσεων;
Σύμφωνα με τον Ρίκερ, πρώτη προϋπόθεση είναι η πλευρά που επιζητεί την (εδαφική) συνένωση, με στόχο να ενισχυθεί το εκτόπισμα των ενωμένων μερών, για να αντιμετωπισθεί καλύτερα μια εξωτερική απειλή (ή ευκαιρία) - να μην είναι σε θέση να επιβάλει την συνένωση με την βία. Οπότε και να είναι υποχρεωμένη να προβεί σε υποχωρήσεις προς την άλλη πλευρά για να την πείσει να αποδεχθεί την συνένωση... Δεύτερη προυπόθεση είναι η άλλη πλευρά να είναι έτοιμη να αποδεχθεί την συνένωση, εγκαταλείποντας την επιλογή της πλήρους ανεξαρτησίας, που ίσως θα προτιμούσε, ακριβώς επειδή αντιλαμβάνεται την ανάγκη συσπείρωσης των δυνάμεων των δύο πλευρών για να αντιμετωπισθεί η κοινή απειλή (ή να μην χαθεί μια οικονομική ευκαιρία).
Στην περίπτωση μας οι ΕΚ θέλουμε να αντιμετωπίσουμε την εξωτερική απειλή της Τουρκίας. Χρειαζόμαστε την συμβολή των ΤΚ για να ενδυναμώσουμε την ισχύ μας στο διπλωματικό πεδίο. Δεν μπορούμε να εξαναγκάσουνε τους ΤΚ σε συνεργασία, εκτός και αν κάνουμε κάποιες παραχωρήσεις στους όρους της ομοσπονδίας. Οι ΤΚ αποδέχονται ότι δεν μπορούν να έχουν το δικό τους κράτος, και ότι η Τουρκία αποτελεί απειλή για την δημοκρατική τους ταυτότητα, καθώς και για την πολιτεία την οποία επιδιώκουν να συνδημιουργήσουν με τους ΕΚ - οπότε πρέπει και αυτοί να κάνουν κάποιες απαραίτητες υποχωρήσεις για να γίνει εφικτή μια λύση. (1)
Μπορεί ο αυταρχικός εκτροχιασμός της Τουρκίας να αποτελεί έναν εφιάλτη. Ταυτόχρονα όμως η κοινή απειλή προς τι δύο κοινότητες αυτής της διάστασής της, μας προσφέρει και μια αναπάντεχη ευκαιρία ναρθούμε πιό κοντά σε αυτούς με τους οποίους υποτίθεται πως θέλουμε να συγκατοικήσουμε.
(1) Για τον Ρίκερ, τα πιο πάνω δεν αποτελούν εξαίρεση, αλλά τα βασικά συστατικά στοιχεία των πλείστων ομοσπονδιών - Αμερικής, Καναδά, Αυστραλίας, Ινδίας, Νιγηρίας, κ.ο.κ. Όλες αυτές οι περιπτώσεις είχαν να αντιμετωπίσουν κάποια απειλή και σε όλες τις περιπτώσεις η ομοσπονδία υπήρξε αποτέλεσμα μεγάλων ιστορικών συμβιβασμών.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα
"Ο Φιλελεύθερος" (7 Μαΐου 2020)
